Δημάδης ο σώφρων ή ο αναξιόπιστος

2021-04-24

Η ναυμαχία στους Αιγός ποταμούς, η οποία διεξήχθη το έτος 404 π.Χ. και η οποία τερμάτισε τον Πελοποννησιακό πόλεμο υπέρ της Πελοποννησιακής συμμαχίας και παράλληλα τερμάτισε την πρωτοκαθεδρία της πόλεως των Αθηνών στον Ελλαδικό χώρο, υπήρξε ένας σταθμός στην εξέλιξη των ελληνικών πραγμάτων. Και εάν οι Αθηναίοι κατόρθωσαν να ανασυστήσουν τον ισχυρό τους στόλο και να φτιάξουν ένα φτηνό αντίγραφο της πρώτης Δηλιακής συμμαχίας, εν τέλει ποτέ δεν κατόρθωσαν να ξαναγίνουν η υπερδύναμη που οι πάντες έτρεμαν και υπολόγιζαν.

Ασφαλώς όμως, οι Αθηναίοι δεν έπαψαν ποτέ να προσπαθούν για την ανάκτηση των πρωτείων τους. Με μπροστάρη τον υπέρμετρα τοπικιστή και εμμονικό Δημοσθένη, οι Αθηναίοι προσπάθησαν να ανακόψουν την ραγδαία άνοδο της Μακεδονίας του Φιλίππου. Μετά όμως και την συντριπτική ήττα στη Χαιρώνεια το 338 π.Χ. από τον Φίλιππο και μετά την καταστροφή της Θήβας από τον μεγάλο Αλέξανδρο, οι Αθηναίοι δεν μπόρεσαν, παρά να αποδεχτούν την μοίρα τους και να συνδράμουν τα μέγιστα στο όραμα του Αλεξάνδρου για μία μεγαλειώδη εκστρατεία των Ελλήνων απέναντι στους Πέρσες.

Αυτή είναι η σχηματική ανάγνωση της ιστορίας, την οποία γνωρίζουμε ως επί το πλείστον. Όμως ένας λαμπρός πολιτισμός τόσων αιώνων, δεν ήταν δυνατόν να σβήσει μέσα σε ένα έτος. Η αίγλη της πόλεως των Αθηνών λοιπόν, κατά τη διάρκεια της ευκλεούς εκστρατείας του πανελληνίου στρατού στην Ασία, όχι μόνο δεν «ξεθώριασε», αλλά ανανεώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό και κατέστησε την πόλη της δημοκρατίας, ως ένα λίκνο πολιτισμού, φιλοσοφίας και καλλιτεχνίας, κατά τη διάρκεια των Ελληνιστικών χρόνων. Πως όμως κατόρθωσε η ηττημένη πόλη των Αθηνών, να σταθεί στα πόδια της και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που προέκυψαν για αυτήν; Τα κατάφερε επειδή βασίστηκε στα στοιχεία που την ανέδειξαν και την ξεχώρισαν από τις υπόλοιπες Ελληνικές πόλεις ( υπερδραστηριότητα στην εκκλησία του δήμου, έμφαση στις τέχνες και στη φιλοσοφία, καθώς και δημιουργία επιβλητικών οικοδομημάτων) και επειδή γέννησε πέντε χαρισματικούς και εκ διαμέτρου αντίθετους μεταξύ τους ηγέτες, οι οποίοι με την ευστροφία και το όραμα τους, μπόρεσαν να διαχειριστούν υποδειγματικά, την πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση.

Η πεντανδρία των Αθηνών λοιπόν, αποτελούταν από τις εξής 5 χαρισματικές προσωπικότητες: Τον Φωκίωνα, τον συνετό και ολιγόλογο στρατηγό ο οποίος άνηκε υπήρξε υπέρμαχος της συμπλεύσεως με τους Μακεδόνες για χάρη ενός κοινού εθνικού οράματος, τον δημοφιλή, οξυδερκή και παράλληλα υπέρμετρα τοπικιστή και λαϊκιστή Δημοσθένη, τον ανοιχτόμυαλο και κοσμοπολίτη Υπερείδη ( Αντιμακεδονικό στρατόπεδο), τον Λυκούργο, τον αναμορφωτή της πόλεως των Αθηνών ( θεωρητικά μέλος της αντιμακεδονικής συμπαρατάξεως, ουσιαστικά φίλος της ευημερίας και της προόδου της πόλεως του), ενώ για το τέλος άφησα την πλέον παρεξηγημένη μορφή αυτής της πεντανδρίας: Τον Δημάδη τον φιλοχρήματο.

Ο Δημάδης, υπήρξε ένας χαρακτήρας αναξιόπιστος και εξαιρετικά «ευέλικτος», ο οποίος πράγματι αγαπούσε πολύ την «οσμή του χρήματος». Ο Χαρακτήρας του αυτός όμως, του επέτρεψε όχι μόνο να πρωταγωνιστήσει στα τεκταινόμενα της εκκλησίας του δήμου, αλλά του επέτρεψε παράλληλα να διατηρήσει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, αρχικά με τον Φίλιππο Β' και στη συνέχεια με τον μεγάλο Αλέξανδρο και τον Αντίπατρο (τοποτηρητής του Αλέξανδρου εντός του Ελλαδικού χώρου, όσο εκείνος έλειπε στη μεγαλειώδη εκστρατεία του). Αξίζει δε να αναφερθεί, ότι ο Πλούταρχος μας έχει διασώσει στη βιογραφία του Φωκίωνος μία ανέκδοτη στιχομυθία, η οποία φανερώνει και την ιδιόρρυθμη και ανεξέλεγκτη ιδιοσυγκρασία του χαρισματικού αυτού ρήτορα: Μία μέρα λοιπόν, ο Δημάδης πρότεινε στον ολιγαρκή και έντιμο στρατηγό Φωκίωνα, να εισηγηθούν στον Αθηναϊκό δήμο την υιοθέτηση του Λακεδαιμονικού μοντέλου διακυβέρνησης και λιτού βίου. Η απάντηση του στρατηγού λιτή, περιεκτική και απολαυστικά σαρκαστική: « «Πολύ θα σου ταίριαζε να προτείνεις συσσίτια και να επαινείς τον Λυκούργο, με τα αρώματα που βρομοκοπάς και με τέτοια [πολυτελή] χλαμύδα»!

Ποια είναι όμως η αλήθεια για τον Δημάδη; Ήταν ένας φιλοχρήματος καιροσκόπος ή μήπως ήταν ένας ανήρ ο οποίος έβλεπε πολύ πιο μπροστά από την εποχή του; Για να απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει να δούμε τα γεγονότα που στιγμάτισαν τη ζωή του και τα οποία δημιούργησαν τον αμφιλεγόμενο θρύλο του. Ο Δημάδης λοιπόν, υπήρξε γόνος μίας πάμφτωχης και άσημης οικογένειας, καθώς ο πατέρας του ήταν ένας ταπεινός βαρκάρης. Ο ίδιος δούλεψε επίσης ως βαρκάρης, όμως το αστείρευτο πάθος του για τη ρητορική τέχνη, καθώς και το αμίμητο ταλέντο του, σύντομα τον κατέστησαν πάμπλουτο. Τον κατέστησαν τόσο πάμπλουτο, ώστε είχε τη δυνατότητα να συντηρεί το δικό του στάβλο με άλογα και με το δικό του αυτόνομο άρμα να κερδίσει την πρώτη θέση στους Ολυμπιακούς αγώνες του 328 π.Χ, δοξάζοντας την πόλη και την οικογένεια του.

Ο Δημάδης έχοντας ξεκινήσει από πολύ χαμηλά, είχε έναν δικό του πραγματικά μοναδικό τρόπο να επικοινωνεί με την εκκλησία του Δήμου. Και εάν πολλές φορές εξέφρασε απόψεις που δυσαρέστησαν τον Αθηναϊκό δήμο, εκείνος δεν ήρε ποτέ την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπο του χαρισματικού ρήτορα. Εάν πρέπει να κρίνω όμως τον πολιτικό βίο του Δημάδη, θα καταλήξω στο συμπέρασμα πως ήταν ένας βίος γεμάτος ανατροπές, έντιμους συμβιβασμούς, αλλά και «πισώπλατα μαχαιρώματα». Ο Δημάδης λοιπόν, φαίνεται πως στα πρώτα του βήματα στην πολιτική, υπήρξε φανατικός υποστηρικτής του Δημοσθένους (τον οποίον το 323 οδήγησε στην εξορία λόγω της υποθέσεως του Αρπάλου) και μάλιστα συμμετείχε στην περίφημη μάχη της Χαιρώνειας. Στη μάχη αυτή μάλιστα, όχι απλώς πολέμησε γενναία, μα παράλληλα δεν εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης όπως κάποιοι άλλοι ρήτορες του μίσους και πιάστηκε αιχμάλωτος του νικηφόρου Μακεδονικού στρατού. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα ο Δημάδης για λόγους συμφέροντος, αλλά και επειδή πραγματικά γοητεύτηκε από την οξυδέρκεια και το μεγαλόπνοο όραμα του Φιλίππου Β', έγινε ένας υπέρμαχος της συνεννόησης Μακεδόνων και Αθηναίων. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης μας περιγράφει μάλιστα τη στιγμή κατά την οποία ο Δημάδης κατόρθωσε να κερδίσει τον θαυμασμό του πανίσχυρου βασιλέα.

Όταν λοιπόν ο Φίλιππος γιόρταζε τη νίκη του μεθοκοπώντας και συμπεριφερόμενος με άξεστο τρόπο, ο ευφυής και ετοιμόλογος Δημάδης κατόρθωσε να κερδίσει τον θαυμασμό του, με μία και μόνο φράση: « Εκείνος στον οποίο έπεσε ο κλήρος του Αγαμέμνονα ( ο πρώτος βασιλέας που ένωσε τους Έλληνες), κάνει τα έργα του Θερσίτη ( άξεστος ομηρικός ήρωας, ο οποίος διακρίθηκε για την αναίδεια του απέναντι στους βασιλείς και για την έλλειψη κάθε ίχνους ευγένειας και σεβασμού)». Ο Φίλιππος μετά από αυτή την εξαιρετική ρήση, θαύμασε το θάρρος και την ετυμολογία του Δημάδη και διαπραγματεύτηκε μαζί του τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί η ειρήνη μεταξύ των Ελλήνων. Και στις συγκεκριμένες διαπραγματεύσεις όπως ήταν λογικό, το άστρο του Δημάδη έλαμψε και πάλι. Ο χαρισματικός ρήτωρ κατόρθωσε να πετύχει την επιστροφή όλων των αιχμαλώτων, την διατήρηση σημαντικών κληρουχιών και την ενσωμάτωση της πολύ σημαντικής πόλεως του Ωρωπού στην Αθηναϊκή επικράτεια, καθώς και την πλήρη αυτονομία των Αθηναίων σε ζητήματα ασκήσεως εσωτερικής πολιτικής και διοικήσεως. Το αντάλλαγμα για όλα αυτά; Μερικές εθιμοτυπικές τιμές προς τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο, παραχώρηση των κτήσεων της Αθηναϊκής πολιτείας στο Βόρειο Αιγαίο και ενεργή συμμετοχή των Αθηναίων στην πανελλήνια συμμαχία, που ο Φίλιππος εγκαθίδρυσε στο περίφημο συνέδριο της Κορίνθου.

Αυτή όμως δεν ήταν η μοναδική φορά που ο Δημάδης έσωσε την πόλη του, από την οργή των Μακεδόνων. Το 335 π.Χ. και μετά την καταστολή της εξεγέρσεως των Θηβαίων από τον Μεγάλο Αλέξανδρο ( εξέγερση την οποία υποκίνησαν οι Πέρσες και διάφοροι οπαδοί του συντηρητισμού και του τοπικισμού όπως ο Δημοσθένης κ.α.), ο μέγας στρατηλάτης ζήτησε την παράδοση 10 επιφανών Αθηναίων, οι οποίοι υποδαύλιζαν την νόμιμη εξουσία του. Ο Δημοσθένης και οι υπόλοιποι συνωμότες, βρίσκοντας άσυλο στην αγάπη του κόσμου, αρνούνται να παραδοθούν και προτού μία καταστροφή πολεμική εμπλοκή ξεσπάσει, ο Δημάδης έρχεται και πάλι να σώσει την πόλη του, σε συνεργασία με τον έντιμο και συνετό Φωκίωνα. Οι δυο τους λοιπόν, συναντιούνται με τον μεγάλο Αλέξανδρο και καταφέρνουν να κατευνάσουν την οργή του, προσφέροντας έναν σημαντικό αριθμό οπλιτών και πλοίων για να συνδράμουν τον μεγαλοπρεπή και δίκαιο αγώνα του.

Όλα αυτά όπως είναι λογικό, κατέστησαν τον Δημάδη αντιδημοφιλή στην πολύ ισχυρή αντιμακεδονική παράταξη των Αθηνών. Όταν λοιπόν το 335 π.Χ. έγινε αίτηση να στηθεί τιμητικός ανδριάντας του Δημάδη (ο οποίος έσωσε την πόλη των Αθηνών από πολύ σοβαρές περιπέτειες), οι εκπρόσωποι της ηττημένης παρατάξεως αντέδρασαν έντονα. Ακόμα και ο μετριοπαθής και αδέκαστος Λυκούργος, επέδειξε έντονη ζηλοφθονία προς το πρόσωπο του Δημάδη και προσπάθησε ανεπιτυχώς να αποτρέψει την υλοποίηση, της δίκαιης αυτής προτάσεως. Όπως έχω αναφέρει ήδη όμως, ο Δημάδης ήταν ένας εξαιρετικά ιδιόρρυθμος άνδρας. Ήταν δε τόσο εξοργιστικά συμφεροντολόγος και οπορτουνιστής, ώστε ο Αντίπατρος συχνά έλεγε στους συνδαιτημόνες του: « από τους δύο φίλους που έχω στην Αθήνα, τον Φωκίωνα και τον Δημάδη, τον μεν ένα δεν μπορώ να τον πείσω να δεχτεί χρήματα, τον δε άλλο όσα και να του δώσω δεν μπορώ να τον χορτάσω»! Η ανάγκη του δε να ξεχάσει το ταπεινό του παρελθόν, τον κατέστησε εξαιρετικά επιδειξιομανή και άπληστο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεγαλομανίας του είναι ότι στις παραστάσεις που ανέβαιναν στο θέατρο με τη δική του αρωγή, σκόπιμα φρόντιζε να υπάρχουν μόνο ξένοι χορευτές ( ενώ ο νόμος επέτρεπε μόνο γηγενείς χορευτές), έτσι ώστε να πληρώνει το υπέρογκο πρόστιμο των 1.000 δραχμών για τον καθένα από αυτούς. Βέβαια εάν θέλουμε να ήμαστε δίκαιοι, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στον άνδρα αυτόν το ελαφρυντικό της ανάγκης που είχε να αποδείξει την αξία του στους εύπορους άνδρες με τους οποίους συναλλασσόταν και οποίοι βρήκαν τα πάντα έτοιμα στη ζωή τους. Οφείλουμε να αντιληφθούμε πως προσπαθούσε έστω και με ανορθόδοξο τρόπο να παραδώσει στα παιδιά του μία αριστοκρατική κληρονομιά, η οποία θα τους εξασφάλιζε τον καθολικό σεβασμό και την αναγνώριση. Πως το ξέρουμε αυτό; Όταν έφτασε η στιγμή να παντρέψει τον γιο του, του είπε τα εξής συγκινητικά λόγια: « «Παιδί μου, όταν εγώ παντρεύτηκα την μητέρα σου, ούτε ο γείτονας το κατάλαβε. Αλλά στον γάμο σου βασιλιάδες κι άρχοντες θα συνεισφέρουν».

Το τέλος του Δημάδη; Εξίσου περιπετειώδες όπως και ο υπόλοιπος βίος του. Μετά το ξέσπασμα του περίφημου Λαμιακού πολέμου λοιπόν και μετά την αναπόφευκτη ήττα των Αθηναίων από τον στρατό του Αντίπατρου και του Κρατερού, οι Μακεδόνες φρόντισαν να κυνηγήσουν και να εξοντώσουν όλους τους ηγέτες της αντιμακεδονικής παρατάξεως και ο Δημάδης με τον Φωκίωνα έγιναν οι ηγέτες της πόλεως. Ο Δημάδης όπως προανέφερα όμως, ανέκαθεν διατηρούσε έναν ιδιαίτερο δέσιμο με την εκκλησία του Δήμου. Όταν λοιπόν ο λαός παραπονέθηκε έντονα για τις καταστροφικές συνέπειες του Λαμιακού πολέμου (απώλεια Σάμου και Ωρωπού, βαρύτατη πολεμική αποζημίωση και εγκατάσταση Μακεδονικής φρουράς στη Μουνυχία), ο Φωκίων δε θέλησε να αναλάβει την υποχρέωση να μεταβιβάσει στον Αντίπατρο τα παράπονα αυτά. Ο Δημάδης όμως, σίγουρος για την ρητορική του δεινότητα δέχτηκε την πρόκληση και το 317 π.Χ. μαζί με τον γιο του παρουσιάστηκαν στον γηραιό βασιλέα Αντίπατρο και ζήτησαν σε έντονο ύφος την απόσυρση της Μακεδονικής φρουράς. Αλλά αυτή τη φορά, κανένας διπλωματικός ή ρητορικός ελιγμός δεν μπορούσε να σώσει τον Δημάδη. Μετά το θάνατο του Περδίκκα, (του ανθρώπου στον οποίον ο Αλέξανδρος παρέδωσε το δαχτυλίδι του προτού πεθάνει), οι επιστολές του Δημάδη προς αυτόν έφτασαν στα χέρια του Αντίπατρου, ο οποίος εξοργίστηκε μόλις είδε ότι ο Δημάδης εκλιπαρούσε τον Περδίκκα να επιστρέψει στην κεντρική Ελλάδα, η οποία «κρεμόταν από μία παλιά και σάπια κλωστή», δηλαδή από τον γηραιό και εξασθενημένο Αντίπατρο. Με συνοπτικές διαδικασίες λοιπόν και προτού προλάβει να επιστρατεύσει το ρητορικό του χάρισμα, ο Δημάδης και ο υιός του φυλακίστηκαν και εκτελέστηκαν, για την ασέβεια που επέδειξε ο Δημάδης προς το πρόσωπο του γηραιού βασιλέως, ο οποίος τον ευεργέτησε αμέτρητες φορές στο παρελθόν.

Εν κατακλείδι, Ο Δημάδης ανήλθε λοιπόν με μυστικές διαβουλεύσεις και την ρητορική του ικανότητα στα ύψιστα σκαλιά της Αθηναϊκής ιεραρχίας, εργάστηκε για το ιερό όραμα μίας Ελλάδος ενωμένης και ισχυρής και σίγουρα με την συγκαταβατική και παράλληλα δυναμική του παρουσία, σφράγισε μία «χρυσή» εποχή ευημερίας, καθώς και πολιτισμικού και οικοδομικού οργασμού για την πόλη της Αθήνας.

Όσο για τον θάνατο της ιδιαίτερης αυτής ιστορικής φυσιογνωμίας; Αποτελεί την πλήρη επιβεβαίωση της ρήσης που ο δέκατος έκτος πρόεδρος των ΗΠΑ, Αβραάμ Λίνκολν μας κληροδότησε: Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό!

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε