Εντουάρ Εριό: Το μίσος είναι απλώς μια μορφή άγνοιας
Διαβάζοντας χθες διάφορα γνωμικά στο διαδίκτυο, εντυπωσιάστηκα βλέποντας την πολύ απλή και σοφή αυτή ρήση του Εντουάρ Εριό. Ενός πολύ σημαντικού Γάλλου πολιτικού, με σπουδαία πανεπιστημιακή καριέρα, ο οποίος κατόρθωσε να γίνει και πρωθυπουργός της Γαλλικής δημοκρατίας, ενώ διακρίθηκε ως υπουργός δημοσίων έργων και ανεφοδιασμού, κατά την περίοδο του Α' παγκοσμίου πολέμου. Η συμβολή του στην εξυγίανση της εθνικής οικονομίας και της μεγάλης νίκης στο <<μεγάλο πόλεμο>>, θεωρήθηκε πολύ σημαντική.
Βέβαια με τον άνθρωπο αυτό, όπως θα έχετε καταλάβει από τα κείμενα μου, μας διακρίνουν ξεκάθαρες ιδεολογικές γραμμές. Μας διακρίνουν, μα δε μας χωρίζουν. Διότι όταν το μίσος υποκαθιστά τη λογική, όταν η μεμψιμοιρία υποκαθιστά το κοινό συμφέρον, η καταστροφή είναι αναπόφευκτη. Εμείς οι Έλληνες, που δυστυχώς η ιστορία μας είναι γεμάτη, από αιματηρούς εμφυλίους, γνωρίζουμε πολύ καλά αυτή την ιστορική αλήθεια θεωρώ.
Προτού όμως εισέλθω στην Ελληνική πραγματικότητα και στο περίφημο δίλημμα με τους πολλούς ή με τους λίγους, θέλω να αναφέρω και κάτι ακόμα για το μεγάλο αυτό πολιτικό, μα και για τους ιδεολογικά αντιφρονούντες φίλους μου. Το <<μελανό>> στίγμα της πολιτικής διαδρομής του ανθρώπου αυτού, δεν ήταν η <<σύσφιξη>> των σχέσεων με την ΕΣΣΔ όπως τον κατηγορούν πολλοί. Μα το λάθος που έκανε αυτός και πολλοί ομοϊδεάτες του σήμερα, είναι πως <<γεννούν>> μίσος χωρίς να το καταλαβαίνουν. Γεννούν συνεχώς δικαιολογίες, αντί για γενναία αυτοκριτική και εξέλιξη. Όταν λοιπόν ο ικανότατος αυτός πολιτικός, δήλωσε πως στην Ουκρανία το 1932-33 δεν υπήρξε λιμός. Πως στην Ουκρανία δεν υπήρχαν φαινόμενα ακραίας φτώχειας και κανιβαλισμού και εκατομμύρια θάνατοι, πως όλα αυτά τα φρικιαστικά γεγονότα ήταν μία <<αστική>> προπαγάνδα, αυτόματα αποδείχτηκε πως ζει και πορεύεται με γνώμονα το μίσος και την προκατάληψη. Όταν λοιπόν η επίσημη Ουκρανική κυβέρνηση, βάση των τραγικών μαρτυριών και αναμνήσεων έχει αναγνωρίσει το λιμό αυτό ως γενοκτονία, όταν έχουν γραφτεί τόσα βιβλία, για την απόφαση του σοβιετικού καθεστώτος, να προχωρήσει στην περίφημη κολεκτιβοποίηση και στην σωματική και πνευματική εξάντληση των ανυπότακτων Ουκρανών, όταν ακόμα και πολλοί κομμουνιστές παραδέχονται το γεγονός αυτό, μιλώντας για προστασία του λαού, από τους άπληστους κουλάκους, πως είναι δυνατόν άραγε, ένας άνθρωπος που ορθώς κηρύττει πως το μίσος είναι άγνοια ( άρα αφέλεια), όχι απλώς να μην καταδικάζει, αλλά να δικαιολογεί με φανατισμό, μία τέτοια ενέργεια; Μία ξεκάθαρα εχθρική και <<σωφρονιστική>> ενέργεια; Ποιος ο λόγος που τα αναφέρω όλα αυτά; Απλούστατα διότι πρέπει να καταλάβουμε, πως το μίσος δεν αρκεί να το καταδικάζεις στα λόγια, μα κάθε μέρα με πράξεις και με έργα. Αποστολή δύσκολη και επίπονη χωρίς αμφιβολία, μα μία αναγκαία πρόκληση για εμάς, τη γενιά του εικοστού πρώτου αιώνος. Για τη γενιά που πρέπει να δημιουργήσει ένα νέο ιδεολογικό πλαίσιο. Ένα ιδεολογικό πλαίσιο βασισμένο στο διάλογο και την οπτική θεώρηση των πραγμάτων και όχι στο διχασμό και στο ρεβανσισμό.
Και έφτασε η στιγμή να αναφερθούμε στη χώρα μας. Στη χώρα μας που από την εποχή του Τρωικού πολέμου έως τον Πελοποννησιακό πόλεμο, τον εθνικό διχασμό και τον εμφύλιο πόλεμο της περιόδου 46-49, δυστυχώς γνώρισε πολλές και αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις. Άπλετο αδελφικό και συγγενικό αίμα <<χύθηκε>>. Οι Έλληνες λειτουργούσαμε πάντοτε ως <<ιδανικοί>> αυτόχειρες. Μετά το έπος των Περσικών πολέμων, κατορθώσαμε να αλληλοσπαραχτούμε μεταξύ μας. Μετά τη μεγαλειώδη εκστρατεία του Μέγα Αλεξάνδρου, οι επίγονοι του κατόρθωσαν, να παραδώσουν σχετικά εύκολα και άκοπα το χώρο της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, στους ισχυρούς στρατιωτικά μα κυρίως διπλωματικά Ρωμαίους ( διαίρει και βασίλευε). Μα και στη σύγχρονη ιστορία μας, το αδερφικό αίμα δεν έπαψε ποτέ να ρέει. Ο εμφύλιος του 1823-25, άνοιξε στους Οθωμανούς το δρόμο της ολοκληρωτικής αντεπιθέσεως. Ο διχασμός των Ελλήνων σε βασιλικούς και αντιβασιλικούς, καθώς και σε αστούς και <<παιδιά>> του λαού, οδήγησε το έθνος μας, από το έπος των Βαλκανικών πολέμων και του Α' παγκοσμίου πολέμου ( Συνθήκη Σεβρών), στην εθνική τραγωδία της μικρασιατικής καταστροφής. Τέλος, ο διαχωρισμός των Ελλήνων με βάση τα ιδεολογικά και όχι τα εθνικά τους φρονήματα, μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου πολέμου, δεν επέτρεψε στην Ελλάδα, να διεκδικήσει με <<θέρμη>> και προσήλωση τα εθνικά της δίκαια, ως η χώρα με την <<πλουσιότερη>> και σημαντικότερη αντιστασιακή δράση κατά των ναζιστών, των φασιστών και όλων των συμμάχων τους ( ανατίναξη γέφυρας Γοργοποτάμου, Μάχη Μακρυνόρους κ.α.)
Είναι ιστορικά αδιαμφισβήτητο λοιπόν, πως το δίλημμα με τους πολλούς ή με τους λίγους; Με τους αστούς ή με τους προλεταρίους; είναι εκτός από αναχρονιστικό και εθνικά επιβλαβές. Μια χώρα για να ευημερήσει, αλλά και για να δημιουργήσει ένα ισχυρό και αρραγές μέτωπο στο εξωτερικό, χρειάζεται κάθε πολίτη της. Χρειάζεται τον εκατομμυριούχο, χρειάζεται και τον απλό εργάτη. Χρειάζεται τον μεγαλοεπενδυτή, χρειάζεται και τον μεσαίο επιχειρηματία. Εν ολίγοις, καμία χώρα δεν μπορεί να είναι ισχυρή και αυτόνομη, εάν δε διαθέτει παραγωγικό πρωτογενή τομέα, κίνηση επενδυτικών κεφαλαίων ( που συνεπάγονται θέσεις εργασίας, ανάπτυξη, πρόοδο κλπ), καινοτόμο επιχειρηματικότητα, καθώς και συνθήκες οικονομικής σταθερότητας και ασφάλειας για όλους τους πολίτες, οι οποίες δημιουργούν την κατάλληλη καταναλωτική κίνηση. Από την προσπάθεια αυτή, ασφαλώς δεν περισσεύει και δεν πρέπει να περισσεύει κανείς. Όσο για το επιχείρημα πως η δημοκρατία, δεν μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες ευμάρειας και προκοπής, δεν μπορώ παρά να παραθέσω το παράδειγμα, της Αρχαίας Αθήνας (πρώτη οικονομική δύναμη στον Ελλαδικό χώρο, με δημοκρατικές διαδικασίες και εξελιγμένο σύστημα προνοιακής πολιτικής και δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών), αλλά και των σύγχρονων Ευρωπαϊκών-δυτικών κρατών, με το υψηλής ποιότητας βοιωτικό επίπεδο που προσφέρουν στους πολίτες τους.
Ασφαλώς και ο γραφών, δεν είναι αλάθητος. Ούτε κάποιο φωτοστέφανο στολίζει την κεφαλήν μου. Δε σκοπεύω λοιπόν με το κείμενο μου αυτό να νουθετήσω ή να ψέξω κανέναν. Φροντίζω απλώς να εξωτερικεύσω τις σκέψεις που η ανάγνωση της ιστορίας του κόσμου μας, μου δημιούργησε. Προσπαθώ να σας πείσω, πως πρέπει να καταλάβουμε, ότι η προοπτική του μέλλοντος, δε βρίσκεται σε παρωχημένα και δοκιμασμένα διλήμματα του χθες. Η ιδεολογική αντιπαράθεση, πρέπει επιτέλους να ξεφύγει από το εμφυλιοπολεμικό κλίμα και να ενταχθεί σε μία νέα ουσιαστική βάση. Μία βάση που θα γεννά, ισονομία, ισοπολιτεία, ατομική και συλλογική ελευθερία, καθώς και δικαιοσύνη. Εμείς ειδικά ως Έλληνες, και αυτό δεν είναι μισαλλόδοξη ή ξενοφοβική ρητορική, μα απτή ιστορική πραγματικότητα, ήμασταν πάντοτε ικανοί, στο να γεννούμε και να αναπτύσσουμε νέες ιδέες, νέες επιστήμες, νέες μορφές πολιτισμού και διανόησης.
Ας πάψουμε λοιπόν απλώς να θαυμάζουμε τους προγόνους μας. Ας προσπαθήσουμε επιτέλους να γεννήσουμε βασισμένοι στις διαχρονικές μας αξίες, έναν νέο μεγάλο και πρωτοπόρο Ελληνικό πολιτισμό. Ας γίνει ο 21ος αιώνας, ο νέος ΧΡΥΣΟΣ ΑΙΩΝ του έθνους. Ένας χρυσός αιών που δε θα ανήκει σε ένα πρόσωπο, μα σε ολόκληρο το λαό ενωμένο και συμφιλιωμένο, υπό το βωμό του κοινού εθνικού συμφέροντος. Ας αποκηρύξουμε το μίσος στις πράξεις και όχι στα λόγια. Ας γίνουμε και πάλι οι διαμορφωτές και όχι οι αφηγητές της ιστορίας!