Κυνηγώντας το ανέφικτο…

2021-02-04

Σε προηγούμενο άρθρο μου, είχα ασχοληθεί εκτενώς με τον Αριστοτελικό ορισμό του « γενναίου» ή του «δειλού» ανθρώπου και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για έναν ορισμό συνετό, ακριβοδίκαιο και πρακτικό. Η αριστοτελική σύνεση και φρόνηση όμως, σε καμία περίπτωση δεν παρεμποδίζει την ανάπτυξη φιλόδοξων και ταυτόχρονα υλοποιήσιμων ιδεών. Και αν λοιπόν η πολιτική είναι πράγματι η τέχνη του εφικτού, πρέπει να αντιληφθούμε ότι δε διαμορφώνουν οι έννοιες τις ανθρώπινες κοινωνίες, μα οι ανθρώπινες κοινωνίες δημιουργούν τις έννοιες.

Το να κυνηγάς το ανέφικτο λοιπόν ή πιο ποιητικά αν θέλετε το «να κυνηγάς χίμαιρες», κατά κανόνα μπορεί να υποδηλώνει έπαρση και άρνηση της πραγματικότητας, μα όταν οι περιστάσεις ευνοούν την δημιουργία μεγαλόπνοων στόχων και οραμάτων, οφείλεις να αφουγκράζεσαι τα σημεία των καιρών ( εφόσον σε βρίσκουν σύμφωνο φυσικά) και να πασχίζεις για την εκπλήρωση αυτών. Όμως ας αφήσουμε κατά μέρους το θεωρητικό υπόβαθρο του σημερινού άρθρου και ας εισέλθουμε στο πλέον ουσιαστικό κομμάτι, δηλαδή το πρακτικό!

Ειδικά το Ελληνικό έθνος βλέπετε, ανέκαθεν γεννούσε σπουδαίες φυσιογνωμίες. Σπουδαίες φυσιογνωμίες σε επίπεδο στρατιωτικό, πολιτικό, αλλά και σε επίπεδο διανοητικό. Διότι όπως ένας άνθρωπος απαίδευτος δεν μπορεί να είναι ελεύθερος και πρέπει διαρκώς να αναζητά την πατρωνία κάποιου ισχυρού, έτσι και ένα έθνος-κράτος απαίδευτων πολιτών δε θα μπορέσει ποτέ να αποκτήσει την πραγματική και ουσιαστική ελευθερία του. Στο άρθρο αυτό εν τάχει λοιπόν, θα προσπαθήσω να αναλύσω το όραμα μερικών εκ των σπουδαιότερων διανοητών του έθνους μας. Ας δούμε ποιο ήταν το όραμα του ρήτορος Ισοκράτους, καθώς και του φιλοσόφου Αριστοτέλη για το Ελληνικό έθνος. Ας δούμε ποιο ήταν το όραμα των διαφωτιστών της νεότερης εποχής, οι οποίοι κατόρθωσαν να δώσουν «σάρκα και οστά» στο σύγχρονο Ελληνικό κράτος, υπενθυμίζοντας στους Έλληνες την ένδοξη καταγωγή μας και τη μοναδική μας ευκαιρία να μετατρέπουμε το ανέφικτο, σε εφικτό!

Και ας ξεκινήσουμε με το όραμα του Αριστοτέλη. Το όραμα αυτού του σπουδαίου διανοητή και φιλοσόφου. Το όραμα της χαρισματικής αυτής προσωπικότητας, η οποία κατόρθωσε να αναλύσει τις πολύπλοκες ανθρώπινες σχέσεις, με τον πλέον κατανοητό, πρακτικό και ουσιαστικό τρόπο. Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος λοιπόν, πίστευε ότι το ανώτατο αγαθό στις ανθρώπινες κοινωνίες, το τελικό αγαθό για το οποίο αγωνίζονται τα άτομα ως άτομα και τα άτομα ενωμένα ως κοινωνικό σύνολο, είναι η ευδαιμονία. Όσον αφορά το μέσο κατάκτησης της ευδαιμονίας, ο Αριστοτέλης θεωρούσε την αρετή ( μεσότητα), ως το σπουδαιότερο και ανώτερο όλων. Όσον αφορά όμως την εύρυθμη λειτουργία ενός κράτους, ο Αριστοτέλης εντόπισε την ιδανική αρετή, στην κοινωνική μεσότητα, την οποία ονόμασε ομόνοια. Τι σήμαινε όμως αυτή η ομόνοια; Σήμαινε την άμβλυνση των αντιθέσεων μεταξύ των πολιτών ενός κράτους και την δημιουργία ενός κοινού στόχου, ενός κοινού οράματος, το οποίο η πλειοψηφία των πολιτών θα υπηρετεί με πάθος και ομοψυχία.

Όμως πέραν του καθαρού φιλοσοφικού κομματιού της συγκεκριμένης ολόσωστης θεωρίας, ο Αριστοτέλης επεδίωξε να δώσει μία πρακτική εφαρμογή της θεωρίας του. Κάπως έτσι λοιπόν, στα πολιτικά του, μιλώντας για το Ελληνικό έθνος, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «[Το ελληνικό γένος] ζει ελεύθερα και διοικείται άριστα και θα μπορούσε να κυριαρχήσει, αν ήταν πολιτικά ενωμένο». Ο Σταγειρίτης φιλόσοφος όμως, δεν περιορίστηκε στη συγκεκριμένη διαπίστωση, αλλά όπως προσπαθούσε πάντοτε, ήθελε να δει τη θεωρία του να γίνεται πράξη. Και εάν αναλογιστούμε τα όσα πέτυχε ο πλέον ξακουστός μαθητής του ( Αλέξανδρος Γ' ο Μέγας) ενάντια στην άλλοτε πανίσχυρη Περσική αυτοκρατορία, αντιλαμβανόμαστε ότι οι φαινομενικά ουτοπικές διδασκαλίες του Αριστοτέλους, δεν αποτελούσαν παρά την πρακτική αλήθεια, την οποία οι συμπατριώτες του αρνούνταν να δουν.

Όμως πως ο Μέγας Αλέξανδρος, ακολουθώντας τα βήματα του ένδοξου πατρός του, Φιλίππου Β', κατόρθωσε να ενώσει τους πάντοτε διχασμένους Έλληνες και να εξαπλώσει το ελληνικό πνεύμα στα πέρατα της οικουμένης; Σίγουρα όχι μόνος του. Μαζί με την άνοδο του στρατιωτικά ισχυρού Μακεδονικού βασιλείου, στην Ελλάδα αναπτύχθηκε ένα έντονο πνευματικό ρεύμα ομόνοιας και ομοψυχίας. Ένα ρεύμα το οποίο στο θεωρητικό του κομμάτι στηρίχτηκε σε «ιερά τέρατα» της διανόησης όπως ο Αριστοτέλης, ενώ στο πρακτικό και στο πολιτικό του κομμάτι, βασίστηκε στο μεγαλόπνοο, φιλόδοξο και ενωτικό πνεύμα, προσωπικοτήτων όπως ο Ισοκράτης ο Αθηναίος. Διότι μπορεί πολλοί να δίδουν τα πρωτεία της πολιτικής καθοδήγησης στον Νικολό Μακιαβέλι ( λόγω του περίφημου συγγράμματος του « Ο Ηγεμόνας»), μα ο Ισοκράτης πολλούς αιώνες πριν, λειτούργησε ως ο ιδανικός «σκιώδης» σύμβουλος των ισχυρών Ελλήνων ηγετών της εποχής. Το όραμα του Ισοκράτη εξίσου «ουτοπικό» με αυτό του Αριστοτέλους. Ο Ισοκράτης πίστευε, ότι οι διχασμένοι και εξαντλημένοι από τους εμφύλιους αλληλοσπαραγμούς Έλληνες, εάν ενωνόντουσαν με όρους αλληλοσεβασμού μεταξύ τους (λόγω των ένδοξων αγώνων που έδωσαν όλες οι πόλεις κατά το παρελθόν), θα μπορούσαν, όχι μόνο να απαλλαγούν από την πατρωνία του βασιλέως των Περσών, αλλά και να κατακτήσουν το πανίσχυρο και πάμπλουτο περσικό βασίλειο.

Το όραμα του για μία Ελλάδα ενωμένη και ισχυρή, ήταν ο απόλυτος σκοπός της ζωής του. Αφιερώθηκε στην εκπλήρωση του, ενώ για χάρη του δε δίστασε να «απαρνηθεί» την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Αθηναϊκή πολιτεία. Ο Ισοκράτης διαρκώς προσπαθούσε να βρει την ισχυρή αυτή στρατιωτική και πολιτική προσωπικότητα, η οποία θα μπορούσε να ενώσει τους Έλληνες με τα μέσα της πειθούς και της πυγμής, αλλά διαρκώς απογοητευόταν. Στην αρχή εναπόθεσε τις ελπίδες του στον χαρισματικό Αγησίλαο Β' της Σπάρτης, ο οποίος φιλοδοξούσε να καταστεί ένας νέος Αγαμέμνων και να απελευθερώσει τα νησιά του Αιγαίου από την Περσική επικυριαρχία, ενώ στη συνέχεια έδειξε να στηρίζει τους Αθηναίους (αναλογιζόμενος το ένδοξο παρελθόν της ιδιαίτερης πατρίδος του) και κατόπιν τον τύραννο των Φερών Ιάσονα, ο οποίος φαινόταν να συμμερίζεται τις απόψεις του Ισοκράτους.

Και αν όμως η σαρξ των σπουδαίων αυτών ηγετών επιδίωξε την πολυπόθητη ένωση, το πνεύμα των αντιδραστικών ηγετών επικράτησε. Ο Αγησίλαος Β' εγκατέλειψε τα τολμηρά του σχέδια βρισκόμενος αντιμέτωπος με συνεχείς εξεγέρσεις στην κεντρική Ελλάδα, οι Αθηναίοι δεν μπορούσαν να σταθούν πλέον αντάξιοι του ένδοξου παρελθόντος τους, ενώ ο Ιάσων των Φερών δολοφονήθηκε, προτού προλάβει να εκπληρώσει τα σχέδια του. Κάπως έτσι λοιπόν, ο Ισοκράτης βλέποντας τα επικά κατορθώματα του Φιλίππου Β' και την εντυπωσιακή άνοδο του Μακεδονικού βασιλείου, αποφάσισε να στηρίξει με όλες του τις δυνάμεις τον νέο πολλά υποσχόμενο ηγέτη. Οι επιστολές του προς τον Φίλιππο αποτελούν πράγματι μνημεία αγνού πατριωτισμού και ακεραίου χαρακτήρος. Ο τρόπος με τον οποίον ο Ισοκράτης αναλύει το ιστορικό παρελθόν όλων των πόλεων-κρατών της Ελλάδος, καθώς και ο τρόπος με τον οποίον προσπαθεί να πείσει τον Φίλιππο για το πρακτικό σκέλος του φιλόδοξου οράματος του, είναι πραγματικά συγκλονιστικός και ανεπανάληπτος. Και μπορεί ο Ισοκράτης να απεβίωσε το 338 π.Χ. και να μην πρόλαβε να δει το όραμα του να μετατρέπεται σε απτή πραγματικότητα, μα η πολιτιστική, πολιτική και πνευματική κληρονομιά που άφησε πίσω του, είναι πράγματι αξιοθαύμαστες και πάντοτε ζωογόνες. Άλλωστε όπως λέει και ο ίδιος στον Φίλιππο Β': «Και όταν θα γίνουν όλα αυτά, πώς να μη νιώθεις περηφάνια με όλο σου το δίκιο; Και πώς να μην περάσεις τη ζωή σου όλος ικανοποίηση, αφού θα ξέρεις πως είσαι η αιτία για αυτά τα λαμπρά έργα; Και ποιος από όσους διαθέτουν και την παραμικρή εξυπνάδα δεν θα σου το συμβούλευε να προτιμήσεις χωρίς δισταγμό τις πράξεις που έχουν τη δυνατότητα να φέρνουν διπλούς καρπούς και υπερβολική χαρά και άφθονες δόξες που δεν τις σβήνει ο χρόνος»;

Όμως μιας και η επέτειος των 200 χρόνων από την εθνεγερσία των Ελλήνων το 1821 πλησιάζει, ας θυμηθούμε και το «ανέφικτο» όραμα, ενός εκ των πολλών σπουδαίων Ελλήνων  διαφωτιστών. Ας θυμηθούμε το όραμα του «φλογερού» πατριώτη Ρήγα Φεραίου, ο οποίος με αξιομνημόνευτη προθυμία και αυταπάρνηση, αφιέρωσε τη ζωή του στην δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών, για την εθνεγερσία των Ελλήνων, καθώς και για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Ποιο από τα μνημειώδη έργα του να πρωτοθυμηθώ; Τον Θούριο, την χάρτα της Ελλάδος, την συνταγματική του πρόταση κ.α. Ο Ρήγας Βελεστινλής, υπήρξε ένα αγνός ιδεολόγος, ο οποίος ονειρεύτηκε την εθνική ανεξαρτησία των Βαλκανικών λαών και το τέλος των αυταρχικών αυτοκρατοριών, οι οποίες είχαν επικρατήσει στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο και οι οποίες καταδυνάστευαν τους εθνικούς πόθους, πολλών υποταγμένων κρατών. Όμως για να αντιληφθεί κανείς το μεγαλείο της σκέψεως του Ρήγα Φεραίου, αρκεί να μάθει τους συμβολισμούς της σημαίας που ο ίδιος εμπνεύστηκε για το αναδυόμενο Ελληνικό κράτος: « Η σημαία είναι τρίχροα, από μαύρον, άσπρον και κόκκινον. Το κόκκινον επάνω, το άσπρον εις την μέσην και το μαύρον κάτω. Το κόκκινο σημαίνει την αυτοκρατορική πορφυρά και αυτεξουσιότητα του ελληνικού λαού. Το άσπρον σημαίνει την αθωότητα της δικαίας ημών αφορμής κατά της τυραννίας. Το μαύρον σημαίνει τον υπέρ πατρίδος και ελευθερίας ημών θάνατον». Επίσης, στη μέση της σημαίας απεικονίζονταν το ρόπαλο του Ηρακλέους, έχοντας τρεις σταυρούς καρφωμένους επάνω του, συνδυάζοντας υποδειγματικά το αρχαιοελληνικό παρελθόν, και το ορθόδοξο παρόν.

Βλέπουμε λοιπόν, ότι το ανέφικτο μπορεί να καταστεί εφικτό, αρκεί να ακολουθήσεις πιστά ορισμένους κανόνες για να διεκδικήσεις το «ανεδαφικό» όνειρο σου. Πρώτα από όλα πρέπει να διαμορφώσεις το όνειρο σου και να μοχθήσεις για την πραγματοποίηση του με όλες σου τις δυνάμεις. Δεύτερον πρέπει να επιδιώκεις το όραμα σου να ενώνει και να ωφελεί την αγνή πλειοψηφία. Τρίτον η φιλοδοξία έστω και εάν έχει δαιμονοποιηθεί ως λέξη, είναι απαραίτητο συστατικό της επιτυχίας και κάθε άνθρωπος οφείλει να καλλιεργεί τούτο το συναίσθημα, προσέχοντας να μην «κατρακυλήσει» στο ολέθριο πάθος και αμάρτημα της ματαιοδοξίας. Τέταρτον, όπως μας δίδαξε και ο Αριστοτέλης στα « Ηθικά Νικομάχεια», ο αγώνας για την κατάκτηση της ευδαιμονίας είναι διαρκής και αδιάλειπτος. Άρα λοιπόν προσπαθώντας να κατακτήσουμε το ανέφικτο, οφείλουμε να υπομένουμε τις δυσκολίες και να συνεχίζουμε τον αγώνα μας με ακόμα μεγαλύτερο κουράγιο, τόλμη και ΑΡΕΤΗ!

Η Ευδαιμονία λοιπόν, είναι το υπέρτατο αγαθό σε αυτή τη ζωή. Όμως όπως και όλα τα αγαθά σε τούτη εδώ τη ζωή δεν χαρίζεται, αλλά κερδίζεται! Και τα μέσα για να κατακτήσουμε το υπέρτατο αυτό αγαθό είναι τα εξής: Επιμονή, υπομονή, αφοσίωση και πάνω από όλα ενωτικό και φιλόδοξο πνεύμα. 

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε