Ο Πολύβιος και το καθήκον του δημοσιογράφου
Θα αναρωτηθείτε ευλόγως, τι σχέση μπορεί να έχει ο ξακουστός ιστορικός Πολύβιος, με το λειτούργημα (λειτούργημα είναι για εμένα και όχι επάγγελμα) της δημοσιογραφίας; Εκ πρώτης όψεως καμία. Εάν όμως εξετάσουμε λίγο πιο προσεκτικά τις ευθύνες και τις αρμοδιότητες ενός ιστορικού και ενός δημοσιογράφου, εύκολα θα αντιληφθούμε, ότι οι βίοι των δύο αυτών λειτουργών είναι παράλληλοι και σε καμία περίπτωση αντίθετοι.
Όπως λοιπόν ο μάχιμος δημοσιογράφος οφείλει να βρίσκεται στον πυρήνα των εξελίξεων και να ενημερώνει το κοινό του για την επικαιρότητα, έτσι και ο ιστορικός οφείλει προτού γράψει ιστορία, να συνομιλήσει με τους πρωταγωνιστές της ιστορικής περιόδου που αφηγείται ή με τους ανθρώπους που βίωσαν τα ιστορικά αυτά γεγονότα. Και εάν αυτό είναι πρακτικά αδύνατον (μεταγενέστεροι καταγραφείς της ιστορίας), οφείλει προτού παραθέσει την προσωπική του άποψη, να καταφύγει στο πρωτογενές ιστορικό υλικό, που οι προγενέστεροι ιστορικοί του κληροδότησαν. Επιπλέον όμως, ένας δημοσιογράφος, αλλά και ένας ιστορικός οφείλει να καταγράφει την αλήθεια, χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις, ανάλογα με την προσωπική του ιδεολογική κατεύθυνση. Ένας ιστορικός και ένας δημοσιογράφος, οφείλει να ψέγει τον φίλο όταν σφάλλει και να επαινεί τον αντίπαλο όταν αριστεύει και όταν παράγει γόνιμο και ουσιαστικό έργο.
Όμως επειδή αντιλαμβάνομαι ότι οι άσημοι λόγοι, ενός άσημου φοιτητή μπορεί να μην πείθουν πολλούς από τους αναγνώστες μου, οφείλω να παραθέσω τους λόγους του Πολύβιου στις περίφημες ιστορίες του («Ιστορίαι Πολύβιου») για το καθήκον του ιστορικού- δημοσιογράφου:
4) Στις άλλες εκδηλώσεις της ζωής δεν μπορεί ίσως ν᾽ απορρίψει κανένας την εύνοια αυτού του είδους: ο καλός πρέπει ν᾽ αγαπά τους φίλους και την πατρίδα του, να μισεί και ν᾽ αγαπά όποιους και οι φίλοι του. [5] Όταν όμως επωμίζεται κανένας την ευθύνη του ιστορικού, πρέπει να τα λησμονήσει όλα τούτα και συχνά να εξυμνεί και με τους πιο μεγάλους επαίνους να στολίζει τους εχθρούς, όταν το επιβάλλουν οι πράξεις τους, και πολλές φορές να κατηγορεί και να κατακρίνει, έτσι που να τους φέρνει ντροπή, τους πιο αγαπητούς του, όταν αυτό απαιτούν οι λαθεμένες τους ενέργειες. [6] Γιατί, όπως ένα ζώο καταντάει άχρηστο αν χάσει τα μάτια του, παρόμοια και η ιστορία, αν της αφαιρέσουμε την αλήθεια, απομένει ανώφελη διήγηση. [7] Για τούτο δεν πρέπει να διστάζει ο ιστορικός να κατηγορεί τους φίλους και να επαινεί τους εχθρούς, ούτε πρέπει ν᾽ αποφεύγει άλλοτε να ψέγει και άλλοτε να εγκωμιάζει τους ίδιους ανθρώπους, αφού οι άνθρωποι της δράσης δεν είναι δυνατό πάντοτε να πετυχαίνουν ούτε, φυσικά, ν᾽ αποτυχαίνουν διαρκώς. [8] Στην ιστορία λοιπόν πρέπει ν᾽ απομακρυνόμαστε συναισθηματικά από τα πρόσωπα που ενεργούν και να κάνουμε τις σωστές κρίσεις και διακρίσεις στηριγμένοι στις πράξεις τους (πηγή: Greek-language.gr μτφ: Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος).
Τα λόγια αυτά του Πολύβιου, θεωρώ ότι πρέπει να τα διδάσκονται όχι μόνο οι ιστορικοί, αλλά και οι δημοσιογράφοι αυτού εδώ του τόπου. Η Αντικειμενικότητα και η ακρίβεια της ιστορικής έρευνας, την οποία πρώτος ο Θουκυδίδης θεσμοθέτησε ως απαραίτητο όργανο της ιστορικής επιστήμης ( από το έργο του οποίου εμπνεύστηκε σε σημαντικό βαθμό ο Πολύβιος), αποτελεί πιστεύω τον ιδανικό οδηγό, για έναν δημόσιο διάλογο ουσιαστικό και παραγωγικό. Στο σημείο αυτό και προτού κρίνω το παρόν, βασισμένος στους λόγους του Μεγαλοπολίτη ιστορικού, οφείλω να παραθέσω τη γνώμη μου για τον ίδιο τον Πολύβιο.
Ο Πολύβιος λοιπόν, υπήρξε ένας από τους πολιτικούς της περίφημης Αχαϊκής συμπολιτείας, οι οποίοι υποδείχτηκαν από τον ρωμαιόδουλο Καλλικράτη, ως σύμμαχοι του Περσέως του Μακεδόνος, στον Γ' Μακεδονικό πόλεμο, ο οποίος αποτέλεσε την απέλπιδα προσπάθεια του Ελληνισμού για ελευθερία και ανεξαρτησία από την ανάλγητους, εγωπαθέστατους, αλλά και εξαιρετικά ικανούς Ρωμαίους ( δεν έλειψαν βέβαια και άλλα σοβαρά απελευθερωτικά κινήματα, όπως το κίνημα του Ανδρίσκου του τυχοδιώκτη κ.α.). Μετά από πολλά χρόνια πολιτικής ομηρίας λοιπόν, μόλις 300, από τους 1.000 πολιτικούς κρατούμενους Αχαιούς, επέστρεψαν στην πατρίδα τους. Μέσα σε αυτούς δεν ήταν όμως ο Πολύβιος, ο οποίος στο μεταξύ ανέπτυξε μία σχέση εγκάρδιας φιλίας και αλληλοσεβασμού με τον νεαρό Αιμιλιανό Σκιπίωνα ( τον μετέπειτα πορθητή της Καρχηδόνας). Μένοντας στην Ρώμη για πάρα πολλά χρόνια λοιπόν, ο Πολύβιος εκτίμησε το ιδιότροπο δημοκρατικό-αριστοκρατικό σύστημα των Ρωμαίων ( Res Publica) και γενικότερα θεώρησε ότι Έλληνες δεν θα έπρεπε να βλέπουν τους Ρωμαίους ως εχθρούς, αλλά ως άξιους συνεχιστές τους. Ο Πολύβιος υπήρξε εν ολίγοις, λάτρης της περίφημης Ελληνορωμαϊκής ομόνοιας και προσέγγισης. Μία Ελληνορωμαϊκή ομόνοια, η οποία όπως όλοι γνωρίζουμε, οδήγησε με την πάροδο των χρόνων στην περίφημη Βυζαντινή αυτοκρατορία ( Ρωμανία). Όσον αφορά την αντικειμενικότητα του ιστορικού του έργου; Ο Μεγαλοπολίτης ιστορικός φαίνεται ότι καταβάλλει αξιοθαύμαστη προσπάθεια να εφαρμόσει στην πράξη την υποδειγματική και ιδεατή θεωρία του, μα σε μερικές περιπτώσεις δε διστάζει να επαινέσει υπέρ το δέον τον καλό του φίλο Σκιπίωνα και να καυτηριάσει τη συμπεριφορά των εχθρών του σε υπερβολικό βαθμό.
Όμως ας επιστρέψουμε στο παρόν και ας ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. Η Αντικειμενικότητα, σε καμία περίπτωση δε σημαίνει απαγόρευση προσωπικής απόψεως και κρίσεως. Αντιθέτως, η άνευ όρων και παθολογική υποκειμενικότητα, είναι αυτή που θολώνει την κρίση ενός δημοσιογράφου και τον οδηγεί στην ηθική και ιδεολογική γελοιοποίηση. Όταν λοιπόν εν έτει 2021, ακούω δημοσιογράφους να δηλώνουν ευθαρσώς υποστηρικτές μίας πολιτικής παρατάξεως και να προσπαθούν να απευθυνθούν στην πλειοψηφία του ελληνικού λαού, πραγματικά αισθάνομαι αμήχανα. Αισθάνομαι αμήχανα διότι κατανοώ ότι ο δημόσιος διάλογος χαρακτηρίζεται από τόση τοξικότητα και τόση ανηθικότητα, ώστε η αθέτηση του δημοσιογραφικού σου όρκου δεν αποτελεί αιτία αποδοκιμασίας, αλλά αιτία αποθέωσης από τον όχλο. Από τον όχλο που διψά για «αίμα» και όχι για ειλικρίνεια και για ουσιαστική ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση.
Οφείλω όμως να σχολιάσω και το εξίσου τραγελαφικό φαινόμενο της σύγχρονης Ελληνικής πραγματικότητας. Βλέπεις λοιπόν στις διάφορες πρωινές ενημερωτικές εκπομπές, έναν κυβερνητικό και έναν αντικυβερνητικό δημοσιογράφο. Ως πρώτη σκέψη, η κατάσταση αυτή φαντάζει θεμιτή. Ας αναλύσουμε όμως λίγο παραπάνω το συγκεκριμένο φαινόμενο... Όταν βλέπεις δημοσιογράφους να αποδέχονται "τηλεοπτικούς ρόλους", τότε καταλαβαίνεις ότι έχει χαθεί κάθε είδους μέτρο. Όταν βλέπεις ότι ένας δημοσιογράφος είναι επιφορτισμένος, όχι με το καθήκον της αποκαλύψεως της αλήθειας μέσω αμείλικτων ερωτημάτων στον εκάστοτε καλεσμένο του, αλλά με το καθήκον του καλού ή του κακού «αστυνομικού», κατανοείς ότι το πεδίο αντιπαραθέσεως των δημοσίων προσώπων έχει μετατραπεί σε αρένα του Κολοσσαίου και όχι σε πεδίο γόνιμου, ουσιαστικού και προοδευτικού διαλόγου. Κατανοείς ότι πλέον ως καλός δημοσιογράφος δε λογίζεται ο ακριβοδίκαιος και αντικειμενικός δημοσιογράφος, αλλά εκείνος ο δημοσιογράφος, του οποίου οι λόγοι, ακούγονται πιο εύηχα στα «κομματικά» και ιδεολογικά μας ώτα.
Εν έτει 2021 λοιπόν, έφτασε ο καιρός να ξεπεράσουμε τα στερεότυπα του παρελθόντος. Έφτασε ο καιρός να ακολουθήσουμε τις συμβουλές των προγόνων μας ( Θουκυδίδης, Πολύβιος κ.α.) και να μάθουμε να αναζητούμε την απόλυτη και όχι την βολική αλήθεια. Έφτασε ο καιρός να μετατρέψουμε το πεδίο του δημόσιου διαλόγου, σε πεδίο ουσιαστικής και εποικοδομητικής αντιπαράθεσης και όχι σε πεδίο μεροληψίας, υποκειμενικότητας και τοξικότητας. Έφτασε ο καιρός να ακολουθήσουμε την σοφή προτροπή, ενός ακόμα σοφού προγόνου μας, του Αισχύλου. Έφτασε η ώρα να κατανοήσουμε πως: «Τα λόγια της αλήθειας είναι απλά»!
Υ.Γ. Κλείνω παραθέτοντας την εξαίσια ρήση του Αριστοτέλους για το Ελληνικό έθνος, όπως σας υποσχέθηκα στο προηγούμενο άρθρο μου: « «Το ελληνικό γένος ζει ελεύθερα και διοικείται άριστα και θα μπορούσε να κυριαρχήσει, αν ήταν πολιτικά ενωμένο».