Περί συνεργασιών το ανάγνωσμα

2023-05-11

ΠΕΡΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

Ακούμε διαρκώς τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους να συζητούν (και ενόψει απλής αναλογικής) για το ζήτημα των κομματικών συνεργασιών και για το εάν ο τόπος έχει ανάγκη μία κυβέρνηση συνεργασίας ή μία αυτοδύναμη και μονοκομματική κυβέρνηση. Στο άρθρο αυτό, θα αναφέρω την προσωπική μου προτίμηση στο δίλημμα αυτό, αλλά και το πως στο μυαλό μου μπορεί να χτιστεί με ουσιαστικό και όχι πολιτικάντικο και τυχοδιωκτικό τρόπο, μία κυβέρνηση συνεργασίας.

Κατά πρώτον, ξεκάθαρη απάντηση στο δίλημμα αυτοδυναμία ή συνεργασία δεν υπάρχει. Και δεν υπάρχει, ακριβώς γιατί κάθε άνθρωπος λειτουργεί διαφορετικά. Εγώ για παράδειγμα και στα σχολικά και φοιτητικά μου χρόνια, αλλά και ασχολούμενος με τη συγγραφή και τη σεναριογραφία, δούλευα και δουλεύω πολύ καλύτερα και γρηγορότερα, όταν ήμουν και είμαι μόνος. Και αυτό συνέβαινε, ακριβώς διότι μόνος μπορώ να τακτοποιήσω άμεσα τις σκέψεις στον νου μου και να φτιάξω ένα άμεσο σχεδιάγραμμα για κάτι που θέλω να πω ή να γράψω. Αντιθέτως, όταν έπρεπε να συνεργαστούμε πολλά άτομα μαζί σε μία εργασία ή όταν λάμβανα πολλές διαφορετικές γνώμες για ένα σενάριο μου και πάλι λειτουργούσα σωστά, μα αργούσα πολύ να καταλήξω σε μία τελική μορφή και χρειαζόταν να κάνω πολλές υποχωρήσεις στα δικά μου θέλω.

Με τον τρόπο αυτόν λοιπόν, θεωρώ πως λειτουργεί και το πολιτικό σύστημα. Μία αυτοδύναμη κυβέρνηση, σίγουρα μπορεί να κάνει λάθη, μα έχει το πλεονέκτημα της λήψης άμεσων και τολμηρών αποφάσεων για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ή για θέματα που αφορούν την καθημερινότητα των πολιτών (οικονομία, ασφάλεια, παιδεία κ.α.).  Έχει δηλαδή τη δυνατότητα να αφήσει το προσωπικό της αποτύπωμα. Αντιθέτως, μία κυβέρνηση συνεργασίας, ακούγεται ιδανική και πράγματι λειτουργεί σε αρκετές χώρες της Ε.Ε. (Γερμανία, Ιταλία κ.α.), μα στην ουσία αποτελεί ένα παράγοντα επιβράδυνσης των εξελίξεων και πολιτικής αστάθειας, καθώς είναι αδύνατον δύο κόμματα να συμφωνούν εξ 'ολοκλήρου σε σημαντικές τομές και επομένως και τα δύο θα πρέπει να κάνουν υποχωρήσεις από τα σχέδια τους και να κριθούν για ένα κυβερνητικό έργο το οποίο δεν τα εκφράζει απόλυτα.

Άλλωστε, στο εντελώς πρακτικό κομμάτι, έχουμε ζήσει κυβερνήσεις συνεργασίας στη χώρα μας και γνωρίζουμε πως το σύστημα αυτό δύσκολα λειτουργεί. Η συγκυβέρνηση Παπαδήμου το 2012 ψήφισε το εκτρωματικό δεύτερο μνημόνιο και ύστερα έπεσε. Η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ το 2012-2015 εφάρμοσε το εκτρωματικό αυτό μνημόνιο και μέσα σε δύο χρόνια έπεσε, χωρίς να έχουν λείψει οι ενδοκυβερνητικές κρίσεις (ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΕΡΤ π.χ.). Η δε συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξαρτήτων Ελλήνων, λειτούργησε επί 4 χρόνια με το εξής κωμικοτραγικό τρικ: Όσα αριστερής υφής νομοσχέδια έφερνε ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ΑΝΕΛ ως δήθεν ανυποχώρητοι στις αρχές τους τα καταψήφιζαν, μα γνώριζαν πως αυτά θα ψηφίζονταν από το Κοινοβούλιο και θα εφαρμόζονταν κανονικά. Στη δε συμφωνία των Πρεσπών, έγινε ένα ακόμα πιο ανορθόδοξο ΤΡΙΚ,  καθώς αρκετοί βουλευτές που εξελέγησαν με τους ΑΝΕΛ_ έχοντας δεσμευτεί για καμία λύση με το όνομα Μακεδονία ή τα παράγωγα του για το ονοματοδοτικό ζήτημα των Σκοπίων_ βαφτίστηκαν "κυβερνητικοί" βουλευτές και κάπως έτσι πέρασε μία "αξέχαστη" τετραετία.

Γιατί όμως όσες κυβερνήσεις συνεργασίας σχηματίστηκαν, απέτυχαν στην πράξη και διαλύθηκαν ή ηττήθηκαν στις επόμενες εκλογές; Η απάντηση είναι απλή. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ και ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ νοοτροπία συνεργασίας. Γιατί στην Ελλάδα, μιλώντας για κυβέρνηση συνεργασίας, εννοούμε το να ενωθούμε εναντίον του αντιπάλου μας, με μόνο κοινό σημείο το μένος μας για αυτόν και φυσικά τα διάφορα υπουργεία που θα μοιράσουμε μεταξύ μας: "Να ενωθούμε μεταξύ μας για να μην έρθει ο Τσίπρας", "να ενωθούμε μεταξύ μας για να φύγει η δεξιά" και πάει λέγοντας... Εν ολίγοις, ενωνόμαστε απλώς για να πλήξουμε τον αντίπαλο μας και όχι για να ενώσουμε τις ιδέες μας για να κάνουμε το κράτος μας δικαιότερο και ισχυρότερο, αλλά και τους Έλληνες Πολίτες ευτυχέστερους και παραγωγικότερους.

Πως όμως μπορεί να πετύχει το σύστημα των εκλογικών συνεργασιών; Τι κάνουν άραγε καλύτερα από εμάς οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι. Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα: 1) Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2022, επικράτησε στην Ιταλία ο συνασπισμός των Μελόνι, Μπερλουσκόνι και Σαλβίνι. Πως επικράτησε όμως; Επικράτησε έχοντας συμφωνήσει ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΑ σε ένα βασικό κυβερνητικό σχέδιο και θέτοντας τις κοινές τους προτεραιότητες και στοχεύσεις. Στη Γερμανία πάλι, η οποία κυβερνάται από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, καθώς και από τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους, δεν υπήρχε κάποια προεκλογική συμφωνία, μα υπήρχε ένα εύλογο μετεκλογικό διάστημα να συζητήσουν και να καταλήξουν σε ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα. Στην Ελλάδα αντίθετα, οι διερευνητικές εντολές, αποτελούν μία τυπική και ανούσια διαδικασία, καθώς καλύπτουν ένα διάστημα λίγων ημερών και είναι πρακτικά αδύνατον να δώσουν κυβέρνηση, εάν δεν έχει υπάρξει έστω κάποια πρώιμη και άτυπη συνεννόηση των υποψήφιων κυβερνητικών εταίρων.

Σκεπτόμενος λοιπόν με το σαθρό σκεπτικό που προανέφερα, το σκεπτικό της πολιτικής "αρπαχτής" και της "αντιδεξιάς" συμμαχίας, ο κύριος Τσίπρας, ισχυρίζεται πως επιθυμεί "προοδευτική συγκυβέρνηση", μα στην πραγματικότητα αρνείται όπως ο διάολος το λιβάνι να συνομιλήσει με τους υποψήφιους εταίρους του (ΠΑΣΟΚ-ΜΕΡΑ 25) έτσι ώστε να διαμορφώσουν ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα. Και γιατί το κάνει αυτό; Μα ασφαλώς επειδή δε θέλει στην πραγματικότητα να συγκυβερνήσει, αλλά να κυβερνήσει έχοντας μερικές βολικές πατερίτσες στο κοινοβούλιο να τον στηρίζουν. Από την άλλη πλευρά, ο κύριος Μητσοτάκης, μιλώντας έντιμα στο συγκεκριμένο ζήτημα, παραδέχεται πως δεν πιστεύει στις κυβερνήσεις συνεργασίας και ζητά λαϊκή εντολή για να κυβερνήσει μόνος του. 

Βέβαια, είναι αρκετά οξύμωρο το γεγονός πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζητά εντολή αυτοδυναμίας για να αλλάξει αυτά που υποτίθεται πως θα άλλαζε το 2019 με την καθαρή εντολή που έλαβε. Συμπερασματικά λοιπόν, ο ελληνικός λαός φαίνεται πως βρίσκεται ανάμεσα στις "Συμπληγάδες Πέτρες" του σήμερα. Ανάμεσα σε έναν πολιτικό αρχηγό που διστάζει να κυβερνήσει και σε έναν πολιτικό αρχηγό που θέλει να κυβερνήσει ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ και χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμο μέσο, μην έχοντας να προτείνει τίποτα διαφορετικό από τις δημαγωγικές φανφάρες, την ασυδοσία και τα συνθήματα του περασμένου αιώνα που μας έφεραν τη χρεωκοπία, την ρεμπελιά, την αποβιομηχανοποίηση, την ερήμωση της υπαίθρου, καθώς και την ηθική και εκπαιδευτική παρακμή!

Επομένως, εάν ο λαός δε θέλει κανέναν από τους δύο μεγάλους αυτοδύναμους, θα πρέπει με τη ψήφο του να δημιουργήσει τις συνθήκες για μία συγκυβέρνηση η οποία θα πάει τον τόπο μπροστά. Θα πρέπει να εμπιστευτεί μικρά κόμματα, οι προτάσεις των οποίων τον εκφράζουν και τα οποία μπορούν να γίνουν ένας υπεύθυνος κυβερνητικός εταίρος στα ευρωπαϊκά πλαίσια που τόσο θαυμάζουμε. Σε αυτές τις εκλογές λοιπόν, ο λαός οφείλει και πρέπει να αναδείξει ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ. Κυβέρνηση αυτοδύναμη εάν θεωρεί πως ένα από τα δύο κόμματα εξουσίας μπορούν να κάνουν την Ελλάδα ισχυρότερη και παραγωγικότερη, ή μία κυβέρνηση συνεργασίας η οποία θα έχει μία ουσιαστική προοπτική να του προσφέρει και όχι απλώς να εξουδετερώσει τον πολιτικό αρχηγό που αντιπαθεί.

Εν κατακλείδι, στις εκλογές αυτές, ενημερωνόμαστε και ψηφίζουμε με ωριμότητα και τόλμη, για μία Ελλάδα ισχυρότερη και παραγωγικότερη, είτε αυτό σημαίνει μία αυτοδύναμη κυβέρνηση είτε μία κυβέρνηση συνεργασίας!

Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε